Καλωσήρθατε στη λογοτεχνική ιστοσελίδα του Διάττοντα Αβρού. Εδώ μπορείτε να διαβάσετε έργα του ίδιου (οι ποιητικές συλλογές αναφέρονται στη δεξιά πλευρική στήλη) αλλά και άλλων δημιουργών. Σε περίπτωση που θέλετε να επικοινωνήσετε μαζί του (π.χ. για να πείτε απλά τη γνώμη σας ή για να δημοσιεύσετε κάποιο κείμενό σας), μπορείτε να συμπληρώσετε τη φόρμα επικοινωνίας στη οριζόντια μπάρα του μενού ή να στείλετε μήνυμα στο e-mail που αναγράφεται δεξιά. Καλές σας αναγνώσεις...

Σημείωση: Δυστυχώς ένα (πολύ) μικρό μέρος του συνολικού αριθμού ποιημάτων έχει ανέβει μέχρι στιγμής κι απ' αυτά τα ποιήματα λίγα έχουν την οριστική μορφή τους (τα περισσότερα δεν έχουν ακόμα υποστεί την τελική επεξεργασία)... Το Blog εδώ και πολύ καιρό είναι παροπλισμένο...

Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2011

Καλή Πρωτοχρονιά Κι Ευτυχισμένο Το 2012!

Η ιστοσελίδα εύχεται σε όλους...

Πέμπτη 29 Δεκεμβρίου 2011

Η Εργογραφία Του Αργύρη Χιόνη










(συνέχεια απ' την προηγούμενη ανάρτηση)

Ποίηση:
Απόπειρες φωτός. Αθήνα 1966.
Σχήματα Απουσίας. Αθήνα 1973.
Μεταμορφώσεις. Αθήνα 1974.
Τύποι Ήλων. Θεσσαλονίκη 1978.
Λεκτικά Τοπία. Αθήνα 1983.
Σαν Τον Τυφλό Μπροστά Στον καθρέφτη. Αθήνα 1986.
Εσωτικά τοπία. Αθήνα 1991, 1999.
Ο Ακίνητος Δρομέας. Αθήνα 1996, 2000.
Ιδεογράμματα. Θεσσαλονίκη 1997.
Τότε Που Η Σιωπή Τραγούδησε Και Άλλα Ασήμαντα Περιστατικά. Αθήνα 2000.
Στο Υπόγειο. Αθήνα 2004.
Η Φωνή Της Σιωπής: Ποιήματα 1966-2000. Αθήνα 2006.
Μέρες Ποίησης (συλλογικό έργο). Αθήνα 2007.
Ό,τι Περιγράφω Με Περιγράφει. Αθήνα 2010.
Παίγνια (συλλογικό έργο). Αθήνα 2011.

Αφηγήματα:
Ιστορίες Μιας Παλιάς Εποχής Που Δεν Ήρθε Ακόμα. Αθήνα 1981.
Ο Αφανής Θρίαμβος Της Ομορφιάς. Αθήνα 1995.
Τρία Μαγικά Παραμύθια. Αθήνα 1998.
Όντα Και Μη Όντα. Αθήνα 2006.
Περί Αγγέλων Και Δαιμόνων. Αθήνα 2007.
Το Οριζόντιο Ύψος Και Άλλες Αφύσικες Ιστορίες. Αθήνα 2008.
Το Μήνυμα Και Άλλες Δύο Φάρσες - Ο Ρήτορας Ή Ο Κανιβαλισμός: Αυτός Εκτός Κι Εντός Του Κουστουμιού Του (τρία μονόπρακτα). Αθήνα 2009.

Μεταφράσεις:
Octavio Paz, Ποιήματα. Αθήνα 1981.
Howard Fast, Οι Μετανάστες. Αθήνα 1981.
Jeffrey Archer, Κάιν Και Άβελ. Αθήνα 1982.
Russel Edson, Όταν Το Ταβάνι Κλαίει (ποίηση). Αθήνα 1986.
Roberto Juarroz, Κατακόρυφη Ποίηση. Θεσσαλονίκη 1997.
Jane Austen, Περηφάνια Και Προκατάληψη. Αθήνα 1997, 2000.
Henri Michaux, Με Το Αγκίστρι Στην καρδιά. Αθήνα 2003.
Ξένη Ποίηση Του 20ού αιώνα (συλλογική μετάφραση). Αθήνα 2007.
Nikanor Parra, Ποιήματα Επείγουσας Ανάγκης. Αθήνα 2008.
Έχει επίσης μεταφράσει και δημοσιεύσει σε λογοτεχνικά περιοδικά πολλά ποιήματα γραμμένα στα γαλλικά, αγγλικά, ισπανικά, ιταλικά κι ολλανδικά, καθώς κι όλο τον "Αστερίξ" κι ένα μεγάλο μέρος του "Ιζνογκούντ".

Μεταφράσεις έργων του σε ξένες γλώσσες:
Σχήματα Απουσίας. Μετάφραση στα ολλανδικά και αγγλικά, M. Blijstra και M. Muntz (δίγλωσση έκδοση). Άμστερνταμ 1971.
Μεταμορφώσεις Και Άλλα Ποιήματα. Μετάφραση στα ολλανδικά, M. Blijstra. Άμστερνταμ 1976.

Βραβεία:
Βραβείο του περιοδικού Διαβάζω 2007, για το Ποιητικό του βιβλίο Όντα Και Μη Όντα, Αθήνα 2006.
Κρατικό Βραβείο Διηγήματος 2009, εξ ημισείας με τον Τόλη Νικηφόρου για το αφήγημά του Το Οριζόντιο Ύψος Και Άλλες Αφύσικες Ιστορίες. Αθήνα 2008.

ΙΣΤ
(απόσπασμα Απ' Την Ποιητική Συλλογή "Μεταμορφώσεις", 1974)

Σ' αυτή την έρημο δεν υπάρχει
Ούτ' ένας τοίχος για να μετρήσω
Το ανάστημά μου ούτ' ένας καθρέφτης
Για να δω τη μορφή μου

Δεν ξέρω αν είμαι κοντός ή ψηλός
Ωραίος ή άσχημος δεν ξέρω καν
Αν έχω ανάστημα η μορφή
Όσο για τον ίσκιο μου
Αδύνατο να βασιστώ σ' αυτόν
Και μια βελόνα ακόμα μπορεί
Να ρίξει ίσκιο καρφιού αν φωτιστεί
Κατάλληλα

Σ' αυτήν την έρημο δεν υπάρχει
Ούτ' ένα αυτί έξω απ' το δικό μου
Για ν' ακούσει το λόγο μου φωνάζω
Και θαρρώ πως σκέφτομαι να φωνάξω
Σκέφτομαι και θαρρώ πως φωνάζω

Σ' αυτή την έρημο δεν υπάρχει ούτ' ένας
Άνθρωπος να σκοτώσω ούτ' ένας
Άνθρωπος να με σκοτώσει μονάχα
Κάτι θαμποί αντικατοπτρισμοί προβάτων
Και λύκων

Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2011

Η Ποίηση Θρηνεί Για Το Χαμό Του Αργύρη Χιόνη (ανήμερα των Χριστουγέννων)!

Ο Αργύρης Χιόνης "έφυγε" ακριβώς τη μέρα της γιορτής των Χριστουγέννων, καθώς τον πρόδωσε η καρδιά του (ανακοπή)... Η Ποίηση άρχισε ήδη να χάνει ένα ένα τα ύστατα στηρίγματά της. Σε λίγο καιρό πια θα γίνεται λόγος για μια έκφραση Τέχνης παραδοσιακή, ιστορική, χωρίς ενεργούς εκπροσώπους...

Ο Ποιητής γεννήθηκε στις 22 Απρίλη του 1943 στην Αθήνα (περιοχή Σεπολίων), από γονείς νησιώτες, εσωτερικούς μετανάστες. Στα δεκατέσσερά του, άρχισε να γράφει ποιήματα σε έμμετρο και ομοιοκατάληκτο στίχο, μιμούμενος τις μαντινάδες και τα αποσπάσματα απ' τον Ερωτόκριτο, που η Κρητικιά μητέρα του τραγουδούσε. Μπήκε πολύ νωρίς στη βιοπάλη γι’ αυτό τελείωσε Νυχτερινό Γυμνάσιο (2ο Νυχτερινό Γυμνάσιο Αθηνών).

Εμφανίστηκε στα γράμματα με ποιήματα που δημοσίευσε το 1963 στο περιοδικό Δωδέκατη Ώρα και το 1964 στη Νέα Εστία. Το 1966, σε ηλικία 23 ετών, εκδίδεται η πρώτη του ποιητική συλλογή (Απόπειρες φωτός). Το 1967, λίγο μετά την εγκαθίδρυση της δικτατορίας, έφυγε στο εξωτερικό. Πρώτος σταθμός ήταν το Παρίσι όπου, εργαζόμενος σκληρά για το βιοπορισμό (ως λαντζιέρης, φορτοεκφορτωτής κλπ.), ξεκίνησε να παρακολουθεί βραδινά μαθήματα γαλλικών. Στις αρχές του 1968, ποιήματά του μεταφράστηκαν και δημοσιεύτηκαν σε έγκυρα ολλανδικά λογοτεχνικά περιοδικά. Λίγο μετά τα γεγονότα του Μάη του ’68, ένα ζευγάρι φιλελλήνων, η μεταφράστριά του Maria Blijstra κι ο σύζυγός της συγγραφέας Rein Blijstra, επισκέφθηκαν το Παρίσι για ένα λογοτεχνικό συνέδριο, οπότε και συναντήθηκαν για πρώτη φορά μαζί του και τον προσκάλεσαν στο Άμστερνταμ.

Στο σπίτι των Blijstra, γνωρίστηκε με τον ελληνιστή καθηγητή του Πανεπιστημίου Arnold Van Gemert και την ελληνίδα γυναίκα του, που του πρότειναν να εγκατασταθεί στην Ολλανδία υποσχόμενοι να του βρουν εκεί δουλειά. Επέστρεψε στο Παρίσι και λίγους μήνες αργότερα πήρε μήνυμα από Ολλανδία ότι βρέθηκε δουλειά σ' έναν εκδότη κλασικών κειμένων, οπότε έφυγε πάλι για το Άμστερνταμ. Στο Άμστερνταμ έζησε τα επόμενα οκτώμισι χρόνια. Στην αρχή δούλεψε σκληρά, τόσο για το βιοπορισμό όσο και για την εκμάθηση της γλώσσας. Του χορηγήθηκε υποτροφία για γράψιμο απ' την Εταιρεία Συγγραφέων, έγινε δεκτός στους λογοτεχνικούς κύκλους κι απέκτησε πρόσβαση στα λογοτεχνικά περιοδικά. Στο εξωτερικό εκδόθηκαν δύο βιβλία του (Σχήματα Απουσίας και Μεταμορφώσεις) και βραβεύτηκαν δύο θεατρικά έργα του (Ο Ρήτορας και Αυτός Εκτός και Εντός Του Κουστουμιού Του), σε διαγωνισμό που είχαν προκηρύξει για τις Κάτω Χώρες ο θεατρικός οργανισμός Sater και το λογοτεχνικό περιοδικό Soma, το 1971. Διορίστηκε δάσκαλος ελληνικών στο Λαϊκό Πανεπιστήμιο και παράλληλα εγγράφηκε, με κρατική υποτροφία, στη Σχολή Ιταλικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου του Άμστερνταμ.

Το 1977 επέστρεψε στην Ελλάδα όπου δούλεψε ως μεταφραστής, συνέγραψε μια σειρά παιδικών εκπομπών για το ραδιόφωνο κι έκανε ένα ταξίδι στις ΗΠΑ, εκπροσωπώντας την Ελλάδα στο ετήσιο Διεθνές Συγγραφικό Πρόγραμμα του Πανεπιστημίου της Iowa. Το 1982 προσλήφθηκε ως μεταφραστής στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης κι εγκαταστάθηκε στις Βρυξέλλες για τα επόμενα δέκα χρόνια. Το 1992 παραιτήθηκε απ' τη θέση αυτή κι αποσύρθηκε στο Θροφαρί, ένα μικρό χωριό της ορεινής Κορινθίας, όπου ασχολήθηκε ως το τέλος της ζωής του μόνο με την καλλιέργεια της γης και.. της Ποίησης. Ποιήματα και πεζογραφήματά του έχουν μεταφραστεί και δημοσιευτεί στα αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά, γερμανικά, ολλανδικά, σερβοκροατικά και ρουμάνικα. Ήταν μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων... Με τον Αργύρη Χιόνη θα συνεχίσουμε και στην επόμενη ανάρτηση...

Κάποιος Βρήκε, Κάποτε, Του Θανάτου Το Αντίδοτο
(απ' την Ποιητική Συλλογή "Εσωτικά Τοπία", 1991)

Κάποιος βρήκε, κάποτε, του Θανάτου το αντίδοτο και σταμάτησε να πεθαίνει. Αιώνες, τώρα, κάθεται σε μια γωνιά του κόσμου, και κοιτά να 'ρχονται και να φεύγουν οι γενιές, βλέπει πολιτισμούς καινούργιους να γεννιούνται, να γερνούν και να πεθαίνουν.

Είν' ευτυχής, ή μάλλον, δεν είναι δυστυχής. Λιγάκι κουρασμένος, ίσως. Η μνήμη του είναι μεγάλη και βαριά σαν την ιστορία. Το χειρότερο είναι ότι πλήττει. Έχει φάει κι έχει πιει ότι εφηύρε του ανθρώπου η λαιμαργία, έχει παίξει όλα τα παιχνίδια, έχει γνώση όλης της γνώσης, έχει ερωτευτεί όλον τον έρωτα, τίποτε δεν έχει πια να κάνει. Κάθεται εκεί, σε μια γωνιά του κόσμου και κοιτά τον ήλιο και τ' αστέρια να γερνάνε και να γέρνουν προς το τέλος τους. Κάθεται εκεί κι αναρωτιέται μήπως θα 'πρεπε ν' αρχίσει της ζωής ν' αναζητάει το αντίδοτο.

Σάββατο 24 Δεκεμβρίου 2011

Καλά Χριστούγεννα!

Η Ιστοσελίδα εύχεται σε όλους...

Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2011

Τέλλος Άγρας - Λουλούδια Αποβροχάρικα











Μοσκομυρίζει ακόμα
μαγιάτικη βροχή
που αργεί να την πιει
τ' άρπαγο χώμα.

Του βορριά έχει σωπάσει
η φιλικιά η φωνή.
Μιαν αύρα μελανή
θροϊζει: «Ειρήνη πάσι»

Κι έχουνε γίνει οι κήποι
βαθιοί και πιο χλωμοί
κι είναι - για μια στιγμή -
είναι για λύπη.

Όμως, ας μοιάζανε όλες
με του Μαγιού, οι βροχές
- για τη χλώρη δροσιές
και για τις βιόλες!

Να, που όλο και διαλιέται
τ' απόβροχο, και να!
Το σύννεφο περνά
κι αποτραβιέται.

Αχ, κι η ψυχή μου θέλει
κάτι να πει κι αυτή
την ώρ' αυτή - μα τι;
(και ποιόνε μέλλει;)

«Αγαπώ τα λουλούδια,
την άνοιξη (να πει),
το μάκρος, τη σιωπή
και τα τραγούδια,

τ' ωραίο βιβλίο, το γράμμα
το μακρινό αγαπώ...»
(στον κόσμο ίσως να πω
δεν έχω κι άλλο πράμμα...).

Τετάρτη 16 Νοεμβρίου 2011

Βύρων Λεοντάρης - Ένας Καιρός Ερείπιο


Προλογίζει η Κάτια Δανδουλάκη. Διαβάζει ο Γρηγόρης Βαλτινός. Απ' το προσωπικό μου αρχείο... Παραθέτω και τους στίχους...


Ένας καιρός ερείπιο
κι η σκάλα που ανεβαίνω πότε να τυλίγεται στα πόδια μου σαν φίδι
και πότε να βυθίζεται σαν βίδα στο μυαλό...

Αθώο ξεκίνημα, μοναχικέ λυγμέ πάνω απ' τη θλίψη
με μολυβένια τώρα τα φτερά
χάνοντας ολοένα ύψος – όπως τόσες
απόπειρες αθανασίας που κατακάθισαν σ' ένα επιτύμβιο χαμόγελο
αθώο ξεκίνημα, πού μ' έφερες, πού μ' έφερες...

Ίλιγγοι και στροφές
τρεκλίσματα μες στους λαβύρινθους
χειρονομίες σακάτισσες
σκέψεις γριές σερνάμενες πιασμένες απ' τους τοίχους
μια υγρασία πανικού ως το κόκαλο κι όλοι γυρεύουν να σωθούν
κρεμιούνται απ' τα καλώδια κι απ' τις φλέβες τους
κυκλοφορούν μ' ένα μαχαίρι στην καρδιά σαν φυλαχτό
κλειδώνουνε τις πόρτες ψάχνονται για τη χαμένη αφή τους
– άλλοι στους τοίχους κολλημένοι κάνουν τα παράθυρα
κι άλλοι τρέχουνε, τους ανοίγουν και πηδάνε στο κενό.

Και τι μπορούμε εμείς να κάνουμε, και τι μπορούμε
μέσα στο στοιχειωμένο αυτό οικοδόμημα
κεριά που σβήνουμε στο βάθος των διαδρόμων
στίχοι που κλαίμε σαν παιδιά στα σκαλοπάτια...

Τρίτη 1 Νοεμβρίου 2011

Διάττων Αβρός - Ζωηρά Αντίθεσις












Ένα πουλάκι, ψάχνοντας τροφή, τη γη ραμφίζει
και πηδά ανάλαφρο, σαν εφήβου καρδιοχτύπι.
Πίσω στην πλάτη μου, κρυφά, ο Χρόνος ζωγραφίζει
ένα τοπίο κενό, δεν έχει χρώμα η Λύπη!


                                                           Ιούλης 1986

Κυριακή 16 Οκτωβρίου 2011

Διάττων Αβρός - Νοσηρό










Και τι θα γίνει μ' αυτόν τον πληγωμένο
που κουβαλάω μαζί μου ;
Δε μπορεί κανείς να τον γιατρέψει
και δε μπορώ κι εγώ να τον κάνω καλά.
Τι να τον κάνω ;
Πού να τον πάω ;
Πού να τον αφήσω ;
Τον κουβαλάω χρόνια μαζί μου.
Μ' έχει κουράσει
μα δεν είναι μόνο αυτό.
Οι πληγές του έχουν κακοφορμήσει,
χειροτερεύει όσο πάει, φοβάμαι
μην πεθάνει στα χέρια μου...

(θα το πληρώσω κάποτε ακριβά
αυτό το νοσηρό πάθος
ν' αποδίδω πολλά πρόσωπα
στον εαυτό μου!)


                                 Φλεβάρης 1997

Σάββατο 1 Οκτωβρίου 2011

Τέλλος Άγρας - Η Γραφή Η Μυστική










Τραπεζομάντηλο λαχανί στο τραπέζι
κι η ντουλάπα ανοιχτή, αφημένη, δίχως τάξη.
Και πίσω απ' το μισάνοιχτο το φύλλο, παίζει
το τούλι, αγέρινο, με το χλωρό μετάξι,

το μετάξι - χυτά κρεμάμενα φύλλα,
- σαν πράσινος ανθός σε τροπική κουφάλα.
Στο τραπέζι, ο ασημένιος δίσκος με τα μήλα,
κι ένα φλυτζάνι κρύο, σπιτίσιο γάλα.

Κάτω ο δρόμος. Και μπρος μου οι κάμαρες - προσήλιες
την ημέρα - βύσσινα που ανοίγουν κάθε βράδυ.
Άνεμος διαβατάρικος χαλάει τις γρίλλιες...
Του τοίχου το ρολόι σημαίνει απ' το σκοτάδι.

Αγοραστή ψυχή, να σ' έχω, εδώ, στο χέρι,
πότε ν' απιδρομάς, πότε να μου πιστεύεις.
Τι σου θέλω, μηδέ κι ο νους μου δεν το ξέρει,
(κι άπραγε ξένε, εσύ, ποτές δεν το μαντεύεις!)

Κόρφους και γόνατα σκεπάζεις - με τα μάτια...
Εμένα, πιο βαθιά το μάτι μου πηγαίνει.
Την πίστη να φορείς μες στα σεμνά κρεβάτια,
- το κορμί να γδυθείς, δεν ήσουν μαθημένη.

Τη μυστική γραφή να μην ευρώ πασχίζεις.
Στου είναι σου πολεμάς τις ρίζες να μην τρέξω...
Μα ιδού που γέρνεις, - κι έρχεσαι - τ' αποφασίζεις,
τ' αρχαίο της γυναικός το δώρο φέρνεις έξω...

Παρασκευή 16 Σεπτεμβρίου 2011

Διάττων Αβρός - Ανάμνησις










Μικροί, μαζευόμαστε τ' αγόρια
στου χωριού την απάνεμη ακτή.
Ρίχναμε στη θάλασσα βαπόρια
που φτιάχναμε από λευκό χαρτί.
Μικροί, μαζευόμαστε τ' αγόρια...

Πόσα τα παιχνίδια μας στην άμμο
κι άπειρο το γαλάζιο τ' ουρανού.
Το βράδυ έπεφτ' ο ήλιος χάμω
κι αυτό μας αιχμαλώτιζε το νου.
Πόσα τα παιχνίδια μας στην άμμο...

Ήταν καλοκαίρι και το κύμα
έκρυβε τη γαλήνη της σιωπής.
Κι η χαρά μας κρέμονταν στο νήμα
μιας ουρανοδρόμου αναλαμπής.
Ήταν καλοκαίρι και το κύμα...

Μα πάντα μας άρεσε η δύση.
Ήταν μια ευτυχισμένη ώρα
που ερχόταν για να μας κερδίσει.
Η Δύση που μας κέρδισε τώρα!
Μα πάντα μας άρεσε η δύση...


                            Οκτώβρης 1992

Πέμπτη 1 Σεπτεμβρίου 2011

Έφη Αιλιανού - Σκόρπιοι Στίχοι










Του κόσμου τώρα ο σφυγμός χτυπά στις φλέβες μας
που παν να σπάσουν.

Ανάμεσά μας τίποτα που να μην είναι αλήθεια,
δεν πρέπει να χωρέσει.

Δεν ήταν όμως τίποτα για μας πια φυλαγμένο.
Από καιρό τα είχαν ψευτίσει όλα οι έμποροι,
κι οι μεταπράτες στο σφυρί τα είχαν βγάλει.
Διστακτικά ψελλίσαμε το σύνθημα
που απ' της κόλασης τον κύκλο θα μας έβγαζε.
Κανείς το παρασύνθημα δεν ήξερε!

Είμαστε δεμένοι στη χώρα των ίσκιων.

Αφού το θαύμα μέσα σου δεν είναι,
μην ψάχνεις.
Δε θα το βρεις πουθενά.
Καθένας έχει το δικό του Θάνατο.

Ποιο τ' όφελος να παρατείνεις μια ζωή
δίχως του έρωτα τη λάμψη και της νιότης...

Μα όσο κι αν το ξέρεις πως δε φτάνει
η λάμψη της καρδιάς σου
το σκηνικό του ζόφου για ν' αλλάξει
το φως ποτέ ν' αποζητάς μην πάψεις.

Δεν είναι τίποτα η ζωή κι είναι το παν.

Ωστόσο κάτω απ' τη χλόη περιμένουν οι νεκροί
βέβαιοι για τη νίκη τους.


ΣΧΟΛΙΟ: Οι στίχοι αυτοί της Έφης Αιλιανού δεν ανήκουν σε κάποιο συγκεκριμένο ποίημα αλλά προέρχονται, μεμονωμένοι, απ' όλο το ποιητικό της έργο. Θέλοντας λοιπόν να τους αναδείξω, τους συμπεριέλαβα κάτω απ' το γενικό κι ενιαίο τίτλο "Σκόρπιοι Στίχοι".

Τρίτη 16 Αυγούστου 2011

Έφη Αιλιανού - Απολογισμός











Ήρθε ο καιρός να ρίξουμε την άγκυρα.
Να τραβήξουμε τα δίχτυα μας
απ' το πέλαγο που φωσφορίζει
τους ανοιχτούς να κλείσουμε
λογαριασμούς μας με το χρόνο.

Απ' το πικρό στόμα της δράκαινας
δε φτάσαμε ν' αρπάξουμε
το δόντι το σκληρό
που αλέθει το Θάνατο.
Μάταια τα περισσότερα ταξίδια μας.
Και τ' όνειρο δε βγήκε αληθινό
μήτε η σοδειά μας όση περιμέναμε.

Ήρθαν ανάποδοι καιροί
κι η γης σκληρή και πετρωμένη.
Όλα τα 'παιρνε ο άνεμος.

Το βιός μας το σκορπίσαμε
στα τέσσερα του ορίζοντα σημεία.
Ίσως έτσι το σώσουμε.
Ίσως υπάρξουμε κι εμείς μια μέρα...

Δευτέρα 1 Αυγούστου 2011

Μήτσος Παπανικολάου - Μέσα Στη Βοή Του Δρόμου











Μέσα στη βουή του δρόμου
ήταν νά 'βρω τ’ όνειρό μου,
να το βρω και να το χάσω
κι ούτε πια που θα το φτάσω.

Μια στιγμή πέρασε μπρος μου
κι ήταν η χαρά του κόσμου,
η χαρά που μας ματώνει
σαν οι πιο μεγάλοι πόνοι.

Πέρασε όπως περνούνε
όσα δε θα ξαναρθούνε –
πουλιά που 'χουν φτερουγίσει
σύννεφα μέσα στη δύση.

Κι άφησε στο πέρασμά του
- πέρασμα ζωής, θανάτου –
στην καρδιά μου σα σφραγίδα
ω...την πεθαμένη ελπίδα.

Μια ελπίδα πεθαμένη
που μας ζει και μας πεθαίνει
κι όλο μας τραβάει δω κάτου
ως την πόρτα του θανάτου.

Όνειρο γλυκό και ξένο
και παντοτινά χαμένο,
σε κρατώ στο νου μου ακόμα
σαν τριαντάφυλλο στο στόμα.

Όταν πέρασες με πήρες
κι όλες μου άνοιξες τις θύρες
με το μαγικό κλειδί σου
του χαμένου παραδείσου.

Σάββατο 23 Ιουλίου 2011

Μυρτιώτισσα - Στον Πύργο Μου

... συνέχεια απ' την προηγούμενη ανάρτηση...

Η Μυρτιώτισσα συνεργάστηκε με πολλά λογοτεχνικά έντυπα της εποχής της (περιοδικά κι εφημερίδες). Η ποίησή της κυριαρχείται από έντονο λυρισμό, ενώ συχνά θέματά της είναι η φύση και το δίπτυχο έρωτας - θάνατος. Τιμήθηκε με κρατικά βραβεία ποίησης (το 1932 για "Τα Δώρα Της Αγάπης" και το 1939 για τις "Κραυγές"), χαρακτηρίστηκε ως η νέα Σαπφώ, στην εποχή της, ενώ αρκετά αξιόλογα ποιήματά της μελοποιήθηκαν από σημαντικούς Έλληνες συνθέτες...

Στον Πύργο Μου

Στον πύργο μου το μακρινό
σας καρτερώ αδερφούλες μου
να ζήσουμε μαζί.

Όποια από σας έχει καημό,
όποια πονεί αδερφούλες μου
σ' εμένα ας ερθεί.

Στα σκαλοπάτια καρτερώ
για να δεχτώ αδερφούλες μου
την καθεμιά μ' ένα φιλί.

Με αμάραντο και με κισσό,
στεφανωμένες,
στο δώμα μου θα μπείτε το βουβό.
Αγαπημένες!

Έτοιμες κλίνες δροσερές
κι ευωδιασμένες,
εσάς συντρόφισσες χλωμές
και κουρασμένες

προσμένουνε, τον ύπνο το γλυκό
για να σας δώσουν
κι απ' της ζωής για λίγο το δαρμό
να σας λυτρώσουν!

Κι εγώ στον Πύργο τον κλειστό
που θ αγρυπνώ αδερφούλες μου
την ώρα εκείνη την κρυφή,

ίσκιος, αέρας θα γενώ
και θα χυθώ αδερφούλες μου
στης καθεμιάς σας την ψυχή.

Κι όλον τον πόνο σας θα πιω
για να πονώ αδερφούλες μου
εγώ, για όλες σας μαζί!

Τετάρτη 20 Ιουλίου 2011

Μυρτιώτισσα - Χωρισμός

...συνέχεια απ' την προηγούμενη ανάρτηση...

Η Μυρτιώτισσα στην Ελλάδα επέστρεψε μετά από μερικά χρόνια μετά το τέλος του βραχύβιου γάμου της κι εργάστηκε ως καθηγήτρια απαγγελίας στο Ωδείο Αθηνών. Καθοριστική για την ποιητική της έκφραση στάθηκε η γνωριμία κι ο έρωτάς της με τον ποιητή Λορέντζο Μαβίλη. Μετά τον δραματικό θάνατο του τελευταίου στη μάχη του Δρίσκου το 1912, η Μυρτιώτισσα στράφηκε στην παλιά της αγάπη, στην Ποίηση, για να εκφράσει τον πόνο της. Το 1919 κυκλοφόρησε η πρώτη της ποιητική συλλογή με τίτλο "Τραγούδια". Σημαντική για τη ζωή της στάθηκε επίσης η βαθιά φιλία που τη συνέδεε με τον Κωστή Παλαμά, οποίος στάθηκε καθοδηγητής της. Μετά τον πρόωρο χαμό του γιου της (3 Μαΐου του 1958) εξέδωσε το βιβλίο "Ο Γιώργος Παππάς Στα Παιδικά Του χρόνια (1962). Ο θάνατος αυτός, όπως ήταν φυσικό, τη συγκλόνισε! Δέκα χρόνια μετά, πέθανε κι η ίδια, στην Αθήνα, το 1968...

Χωρισμός

Χρυσό μου αγόρι, θέριεψεν ο πόνος
μες στη δοκιμασμένη μου καρδιά.
Για συλλογίσου! Πέρασ' ένας χρόνος
που μ' άφησες να πας στην ξενητειά.

Η ορφανή αγκαλιά μου σε γυρεύει
- φωλιά δίχως τη ζέστη του πουλιού -
το στόμα μου για σε κρυφοσαλεύει
κι ακούω τον κούφιο ήχο του φιλιού.

Μέρα τη μέρα σώνονται τα χάδια
που γέμιζαν για σε τα δυο μου χέρια,
κι έτσι σφιχτοδεμένα τώρα κι άδεια
μοιάζουν σα να τα λάβωσαν μαχαίρια...

Δευτέρα 18 Ιουλίου 2011

Μυρτιώτισσα - Σ' Αγαπώ

Η Μυρτιώτισσα (λογοτεχνικό ψευδώνυμο της Θεώνης Δρακοπούλου) γεννήθηκε στο προάστιο της Κωνσταντινούπολης Μπεμπέκι, το 1885. Ο πατέρας της ήταν διπλωμάτης κι έξι χρόνια μετά τη γέννησή της διορίστηκε γενικός πρόξενος της Ελλάδας στην τουρκοκρατούμενη τότε Κρήτη, όπου μετακόμισε μαζί με την οικογένειά του. Μετά από παραμονή δυο χρόνων στο νησί εγκαταστάθηκαν οριστικά στην Αθήνα, όπου η Θεώνη φοίτησε στη Σχολή "Χιλλ" της Πλάκας.

Από μαθητική ηλικία είχε κλίση προς την Ποίηση και το Θέατρο. Πήρε μέρος σ' ερασιτεχνικές παραστάσεις αρχαίου δράματος και συνεργάστηκε με τη "Νέα Σκηνή" του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου. Μετά από σύντομη διακοπή της ενασχόλησής της με το θέατρο, λόγω αντίδρασης της οικογένειάς της, συνέχισε τις δραματικές σπουδές της στο Παρίσι (Κρατική Δραματική Σχολή), όπου εγκαταστάθηκε μετά το γάμο της με το δημοσιογράφο (δεύτερο εξάδελφό της) Σπύρο Παππά, με τον οποίο απέκτησε ένα γιο. Πρόκειται για το γνωστό ηθοποιό Γιώργο Παππά ο οποίος σταδιοδρόμησε στο ελληνικό θέατρο με μεγάλη επιτυχία.

Με την Ποιήτρια που τιμάμε σήμερα, θα συνεχίσουμε και στις επόμενες 2 αναρτήσεις. Προς το παρόν, την ακούμε (και, φυσικά, την απολαμβάνουμε) στην απαγγελία του έξοχου ποιήματός της που έχει τίτλο: "Σ' Αγαπώ" (εικονίζεται στη φωτογραφία αλλά παραθέτω και τους στίχους)...



Σ' Αγαπώ

Σ' αγαπώ, δε μπορώ
τίποτ' άλλο να πώ
πιο βαθύ, πιο απλό,
πιο μεγάλο!

Μπρος στα πόδια σου εδώ
με λαχτάρα σκορπώ
το πολύφυλλο ανθό
της ζωής μου.

Ω! Μελίσσι μου! Πιές
απ' αυτόν τις γλυκές,
τις αγνές ευωδιές
της ψυχής μου!

Τα δυο χέρια μου, να!
στα προσφέρω δετά
για να γύρεις γλυκά
το κεφάλι.

Κι η καρδιά μου σκιρτά,
κι όλη ζήλεια ζητά
να σου γίνει ως αυτά
προσκεφάλι!

Και για στρώμα, καλέ,
πάρε όλην εμέ,
σβήσ' τη φλόγα σε με
της φωτιάς σου,

ενώ δίπλα σου εγώ
τη ζωή θ' αγροικώ
να κυλά στο ρυθμό
της καρδιάς σου...

Σ' αγαπώ, τί μπορώ,
ακριβέ, να σου πώ
πιο βαθύ, πιο απλό,
πιο μεγάλο;

Σάββατο 2 Ιουλίου 2011

Γιάννης Βαρβέρης - Ύαινα










Λένε τα μάτια σου πως λάμπουν στο σκοτάδι
μάτια νεκρών που ξεριζώνεις απ' τους τάφους.
Χτισμένος κάτω απ' την πλάκα πριν να λιώσω
τα δυο κοντά σου πόδια θα προσμένω
με λύσσα κάποιο βράδυ να μουντάρουν
και να τα κάνουν όλα ρημαδιό μαρμάρων
την ώρα που τα νύχια σου θα χώνουν
την πείνα σ' όση σάρκα μου έχει μείνει.

Μετά, κουτσαίνοντας θα μπούμε μες στην πόλη
κι αυτή τη νύχτα
τα δυο μου μάτια θα τα πιουν και θα τα σπάσουν
φώτα και μπαρ τροχούς κορμιά στα πάρκα
λίγη λαθραία ζωή μέχρι να ξημερώσει
και τότε ύαινα σκούξε
σκούξε ψηλά
κι άσε με κάπου
κόπρανό σου
μες στο δρόμο.

Τετάρτη 29 Ιουνίου 2011

Γιάννης Βαρβέρης - 8216_ _ _










Δ.Σ.

Στο νέο καταλογάκι που θα φτιάξω
έτσι σαν επιπόλαια θ' αντιγράψω
εκεί στο σίγμα
το τηλέφωνο και τ' όνομά σου.
Κάπου στη μέση βέβαια πια
μην αγριευτεί κανείς στο σπίτι
αν το προσέξει στην κορφή.
Παρείσακτο μα ισότιμο στη μέση
πάντως ανάμεσα στους νέους μου φίλους
που τώρα ζουν και κινούνται στην Αθήνα.

Κι αν τύχει και καλέσω κόσμο σπίτι
θα το ξεχάσω εκεί
ανοιχτό στο σίγμα.
Πέφτει το μάτι πιο εύκολα
στο πεπρωμένο.

Κυριακή 26 Ιουνίου 2011

Γιάννης Βαρβέρης - Κρύπτεια

Φτωχότερα είναι τα ελληνικά γράμματα μετά τον απρόσμενο θάνατο του Γιάννη Βαρβέρη! Ο γνωστός Ποιητής πέθανε στα 56 του χρόνια από ανακοπή καρδιάς, ακριβώς πριν ένα μήνα, στις 25 Μάη 2011.

Ο Γιάννης Βαρβέρης (γεννημένος στην Αθήνα το 1955) σπούδασε νομικά, εξέδωσε έντεκα βιβλία ποίησης, καθώς και μεταφράσεις ξένης λογοτεχνίας και αττικής κωμωδίας. Το 1976 ξεκίνησε να γράφει κριτική θεάτρου και τα κείμενά του έχουν συγκεντρωθεί σε έξι τόμους.

Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί σε ανθολογίες στα αγγλικά, στα γαλλικά, στα γερμανικά, στα ιταλικά, στα ισπανικά και στα ρουμάνικα. Στα αγγλικά έχει μεταφραστεί απ' τον Φίλιπ Ραμπ το βιβλίο του «Ο Κύριος Φογκ» και στα σερβικά μια επιλογή ποιημάτων του με τον τίτλο «Η Πόλη Κι Ο Θάνατος».

Το 1996 του απονεμήθηκε το Κρατικό Βραβείο Κριτικής - Δοκιμίου. Το 2001 του απονεμήθηκε το Βραβείο Καβάφη για την ποιητική συλλογή «Ποιήματα 1975-1996» (2000). Το 2002 του απονεμήθηκε το Βραβείο Ποίησης του περιοδικού «Διαβάζω» για την ποιητική συλλογή «Στα Ξένα» (2001), ενώ το 2010 τιμήθηκε με το Βραβείο Ποίησης του Ιδρύματος Πέτρου Χάρη της Ακαδημίας Αθηνών, για το σύνολο του ποιητικού του έργου... Θα συνεχίσουμε με τον ίδιο λογοτέχνη και στις 2 επόμενες αναρτήσεις...

Κρύπτεια

Η τουαλέτα μικρό σου βασίλειο
γλιστράς, κλείνεσαι, βάζεις το σύρτη.
Το μολύβι και λίγο χαρτί
τ' ακριβά σου κτερίσματα.
Ανασαίνεις αγνή αμμωνία
φτερουγίζεις ψηλά τα φυλλώματα.
Όταν βγεις κάποια ώρα και κρύβοντας
ταπεινά εργαλεία στις τσέπες σου
θα 'σαι ο άψογος πάλι και νόμιμος
της πεζής σιωπηρής υποψίας τους.
Με τη λάμψη στα μάτια σου πάντοτε
με τη λάμψη στα μάτια κρυφά
ενός μόνου που τέλεια ιερούργησε
στη φωλιά τους την ίδια και μ' άλλοθι
τα δικά τους
τα ούρα
και κόπρανα.

Σάββατο 21 Μαΐου 2011

Μελισσάνθη - Ίλιγγος










Εργογραφία Της Μελισσάνθης
(πρώτες αυτοτελείς εκδόσεις)

Ι. Ποίηση
• Φωνές Εντόμου (1930)
• Προφητείες (1931)
• Η Φλεγόμενη Βάτος (1935)
• Γυρισμός Του Ασώτου (1936)
• Ωσαννά Και Οραματισμός (1939)
• Λυρική Εξομολόγηση (1945)
• Η Εποχή Του Ύπνου Και Της Αγρύπνιας (1950)
• Ανθρώπινο Σχήμα (1961)
• Το Φράγμα της Σιωπής (1965)
• Εκλογή (1965)
• Μικρή Εκλογή 1930 - 1961 (1970)
• Εκλογή 1961 - 1977 (1979)
• Νέα Ποιήματα 1974 - 1982 (1982)

ΙΙ. Δοκίμιο
• Νύξεις (1985)

ΙΙΙ. Παιδική Λογοτεχνία
• Ο Μικρός Αδελφός (1960)
• Με Τους Αρχαίους Θεούς (1985)

ΙV. Μεταφράσεις
• Γκαρνιέ Πιερ, Εκλογή (1965)
• Ντίκινσον Έμιλυ, Ποιήματα (1980)
• Βαλερύ Πωλ, Χορός και Ψυχή (1988)

V. Συγκεντρωτικές Εκδόσεις
• Εκλογή 1930 - 1950 (1965)
• Τα Ποιήματα Της Μελισσάνθης 1930 - 1974 (1975)
• Οδοιπορικό 1930 - 1984 (1986)


Ίλιγγος

Κλεισμένη στου κρανίου μου το γρανίτη
η σκέψη μου οργιάζει και σφυρά
σκάβοντας σπήλαια κι άντρα φοβερά
με φαντασία διαβολικού τεχνίτη.

Κι εμπρός σε βάραθρα που ο νους μου φρίττει
μ' ακράτητην ορμή κατηφορά.
Κάτου βογούνε σκοτεινά νερά
σε χείμαρρου ξεχειλισμένη κοίτη.

Της τρέλας ο ίλιγγος παραμονεύει
με του φιδιού το βλέμμα σαγηνεύει
και την τραβάει μαγνήτης στον γκρεμνό.

Χίλια γυάλινα μάτια την κοιτούνε
λιθάρια, οι λογισμοί κατρακυλούνε
και ξαφνικά, πηδά μες στο κενό!

Τετάρτη 18 Μαΐου 2011

Μελισσάνθη - Επίκληση

Το πραγματικό όνομα της Ποιήτριας ήταν Ήβη Κούγια - Σκανδαλάκη. Γεννήθηκε και πέθανε στην Αθήνα (1907 - 1990). Σπούδασε γαλλική και γερμανική φιλολογία στο Γαλλικό Ινστιτούτο και στην Abendschule Αθηνών αντίστοιχα και φοίτησε στην προπολεμική Δημοσιογραφική Σχολή της πρωτεύουσας. Ασχολήθηκε επίσης με την αγγλική γλώσσα, τη μουσική, τη ζωγραφική και το χορό. Εργάστηκε ως καθηγήτρια γαλλικών σε ιδιωτικά και δημόσια σχολεία και ως δημοσιογράφος. Το 1932 παντρεύτηκε τον Ιωάννη Ν. Σκανδαλάκη, δικηγόρο, πολιτικό και συγγραφέα φιλοσοφικών πραγματειών. Συνεργάστηκε σε λογοτεχνικές και θεατρικές εκπομπές του Ελληνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας (1945 - 1955), ήταν μέλος της Γυναικείας Λογοτεχνικής Συντροφιάς (1961 - 1972), της επιτροπής Κρατικών Βραβείων (1969 - 1975), και του Κύκλου για το παιδικό βιβλίο (1969 - 1971).

Στο χώρο της λογοτεχνίας πρωτοεμφανίστηκε το 1930 με την έκδοση της ποιητικής συλλογής "Φωνές Εντόμου" και το 1931 κυκλοφόρησε τη λιθογραφημένη ποιητική συλλογή "Προφητείες", η οποία αποτέλεσε το λογοτεχνικό γεγονός της χρονιάς. Η ποίηση της Μελισσάνθης τοποθετείται στο χώρο του υπαρξισμού και της μεταφυσικής αγωνίας. Ξεκίνησε να γράφει ποίηση στα πλαίσια της παραδοσιακής στιχουργικής κι οδηγήθηκε σταδιακά προς τον ελεύθερο στίχο (απ' το 1945), επιλογή που οδήγησε και σε μια ανάλογη ανανέωση των θεματικών και γλωσσικών της επιλογών. Ασχολήθηκε επίσης με το φιλοσοφικό δοκίμιο και τις λογοτεχνικές μεταφράσεις. Τιμήθηκε με τον Έπαινο της Ακαδημίας Αθηνών (1936), την Εύφημο Μνεία Βραβείου Παλαμά, το Β΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης (1965), το Παράσημο "Χρυσούς Σταυρός Τάγματος Εποποιίας", το Α΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης (1976), το Βραβείο του Ιδρύματος Ουράνη, το Βραβείο Μεταφραστών, το Μετάλλιο Δήμου Πειραιώς και το Αργυρούν Μετάλλιο της Ακαδημίας Αθηνών. Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί σε πολλές ξένες γλώσσες.


Επίκληση

Ήλιε, που αχόρταγα σε πίνουν τ' άνθη και τα μάτια
θα 'θελα να σε ακολουθώ στα ουράνια μονοπάτια
τις ρίζες κόβοντας που ως δέντρο με κρατούν στο χώμα
και με πουλιού φτερά να υψώνομαι στο ουράνιο δώμα.
Πίσω τα πρόσκαιρα ν' αφήνω των ανοίξεων ρόδα
ν' αργομαδάνε όπως γυρνάς των εποχών τη ρόδα
και με το φως ν' αποδημώ πάντα προς νέες πατρίδες
να μη με φτάνουν οι νυχτιές ποτέ κι οι καταιγίδες.
Να φεύγω πριν κάθε χαρά μου ρίξει τη σκιά της
μοιραία, καθώς, γύρω από με θα γράψει την τροχιά της.
Και λυτρωμένη απ' τον τροχό που αμείλιχτα με στρέφει
τυχαία να παίρνω σχήματα με τ' ουρανού τα νέφη
κι απ' το άρμα σου τους κύκλους να θωρώ να γράφεις κάτου
της κάθε μέρας και νυχτιάς, της ζωής και του θανάτου.

Σάββατο 14 Μαΐου 2011

Ο Λάμπρος Πορφύρας Κι Η Φρεαττύδα

συνέχεια απ' την προηγούμενη ανάρτηση...

Ο Λάμπρος Πορφύρας έμενε στη Φρεαττύδα, κοντά στην ομώνυμη πλατεία κι αυτή ήταν η ποιητική του πατρίδα. Την αγάπησε «πιο πολύ κι απ' τη ζωή του», έλεγαν οι λιγοστοί φίλοι του. «Στη Φρεαττύδα κατοικούν οι Θεοί μου» έλεγε ο ίδιος. Του άρεσε να περπατά δίπλα στη θάλασσα, να μιλά με τους απλούς ανθρώπους, να κουβεντιάζει για την καθημερινότητα στις ταβερνούλες της παραλίας, αλλά, συνήθως ήταν κλεισμένος στον εαυτό του. Ήταν συνεσταλμένος, ήρεμος, αλλά και ...πλούσιος γιατί είχε πάρα πολλά ενώ χρειαζόταν λίγα!

Η Φρεαττύδα ήταν γι΄αυτόν η μούσα που τον ενέπνεε και γι΄αυτό δεν την άφησε ποτέ. Αυτή τροφοδοτούσε τον ποιητικό του οίστρο κι ωθούσε τη δημιουργικότητά του ώστε να συνθέτει στίχους. Ο Λάμπρος Πορφύρας την τίμησε την Φρεαττύδα γι' αυτό και το 1938 ο Δήμος Πειραιά, με μια συγκινητική τελετή, του έστησε την προτομή στην πλατεία της Φρεαττύδας, η οποία πήρε και τ' όνομά του...


Είδα

Είδα μια χώρα ξωτικιά στ' ανήσυχο όνειρό μου,
πόσ' όμορφη δε θα το πει ποτέ καμιά ψυχή.
Tο νου μου πήρε κι άφησα το φτωχικό χωριό μου
κι έκανα τάμα μόνο εκεί ν' αράξω· μόνο εκεί.

Τρελλό παιδί ξεκίνησα δεμένο με τα μάγια
του ονείρου μου, κι εγνώρισα τις χώρες του γιαλού.
Είδα τις χώρες π' άστραφταν σε κάμπους και σε πλάγια,
μα η χώρα μου, όλο πήγαινα - κι ήτανε πάντ' αλλού.

Διαβάτες μ' ανταμώσανε καλοί και μου 'παν: Μείνε,
είν' όμορφη κι η χώρα μας· καιρός ν' αράξεις πια.
Είν' όμορφη κι η χώρα σας, διαβάτες, μα δεν είναι
εκείνη που ονειρεύτηκα και με τραβάει μακριά.

Έτσ' είναι. Σύρτε, κι άστε με να σιγοταξιδεύω
και να περνάω μονάχος μου και κάμπους και βουνά.
Ίσως τη βρω· μ' αν δεν τη βρω τη χώρα που γυρεύω
μη μου ζητάτε, αδέρφια μου, ν' αράξω πουθενά...

Τετάρτη 11 Μαΐου 2011

Λάμπρος Πορφύρας - Εργογραφία

συνέχεια απ' την προηγούμενη ανάρτηση...

Ο Λάμπρος Πορφύρας εμφανίστηκε για πρώτη φορά στα ελληνικά γράμματα ενώ ήταν ακόμα μαθητής, με το ποίημα "Η Θλίψη Του Μαρμάρου" που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Στάδιον" το 1894 κι απ' το 1895 συνδέθηκε με τους φιλολογικούς κύκλους στην Αθήνα. Το 1920 εξέδωσε την ποιητική συλλογή "Σκιές", που ήταν η μοναδική του συλλογή που εκδόθηκε κατά τη διάρκεια της ζωής του. Μετά το θάνατό του εκδόθηκε (με φροντίδα του αδερφού του Θεόδωρου Σύψωμου) η ποιητική συλλογή "Μουσικές Φωνές" (1934) που τιμήθηκε απ' την Ακαδημία Αθηνών την επόμενη χρονιά. Το 1956 εκδόθηκαν τα Άπαντά του, με εισαγωγή για τη ζωή και το έργο του, τα ποιήματα των δύο συλλογών του, την αλληλογραφία του, κριτικά υπομνήματα σχετικά με το έργο του κ.α.

Ο Πορφύρας ήταν άνθρωπος μελαγχολικός, κι έζησε μοναχική ζωή μακριά απ' τους κοινωνικούς κύκλους. Ήταν θαμώνας της απλής λαϊκής ταβέρνας και στους στίχους του τραγούδησε τον έρωτα, τη θάλασσα και την ελληνική φύση, τα ταπεινά πράγματα και τα θλιμμένα ειδύλλια. Ακολούθησε μεν το συμβολισμό, διαμόρφωσε όμως ένα ιδιαίτερο προσωπικό ύφος. Η γλώσσα του είναι μεν απλή, όμως την Ποίησή του τη χαρακτηρίζει η γλυκύτητα της έκφρασης, η μουσικότητα του τόνου κι η αρμονία. Ποιήματα του μελοποιήθηκαν από Έλληνες συνθέτες και μεταφράστηκαν σε ξένες γλώσσες. Συνεργάστηκε, τέλος, με διάφορα περιοδικά όπως "Τέχνη", "Διόνυσος", "Παναθήναϊα" κ.α. Το τελευταίο μέρος του μικρού αφιερώματος στο γνωστό Μεσοπολεμικό Ποιητή, περιλαμβάνεται στην επόμενη ανάρτηση...


Πιε Στου Γιαλού Τη Σκοτεινή Ταβέρνα

Πιε στου γιαλού τη σκοτεινή ταβέρνα το κρασί σου,
σε μι’ άκρη, τώρα π’ αρχίσαν ξανά τα πρωτοβρόχια.
Πιε το με ναύτες και σκυφτούς ψαράδες αντικρύ σου,
μ’ ανθρώπους που βασάνισε η θάλασσα κι η φτώχεια.

Πιε το, η ψυχή σου αξέννοιαστη τόσο πολύ να γίνει,
που αν έρθ’ η Μοίρα σου η κακιά να της χαμογελάσεις,
καημοί καινούργιοι αν έρθουνε μαζί σου ας πιουν κι εκείνοι,
κι αν έρθει ο Χάρος, ήσυχα κι αυτόν να τον κεράσεις.

Σάββατο 7 Μαΐου 2011

Λάμπρος Πορφύρας - Σύντομο Βιογραφικό

Ο Λάμπρος Πορφύρας (ψευδώνυμο του Δημήτριου Σύψωμου, απ' τα δύο ομώνυμα ποιήματα του Διονύσιου Σολωμού) ήταν λυρικός ποιητής της μεταπαλαμικής και μεσοπολεμικής περιόδου. Γεννήθηκε το 1879 στη Χίο και λίγα χρόνια αργότερα μετακόμισε με την οικογένειά του πρώτα στη Σύρο και το 1884 στον Πειραιά. Γράφτηκε στην Νομική Σχολή Αθηνών αλλά δεν πήρε το πτυχίο λόγω βαριάς ασθένειας (πέρασε τύφο). Απ' το 1900 αφοσιώθηκε στην ποίηση και ξεκίνησε να μελετά ελληνική και ξένη λογοτεχνία κυρίως δε τους Γάλλους και Άγγλους λυρικούς, τα έργα των οποίων διάβαζε απ' το πρωτότυπο. Έμεινε για μικρά χρονικά διαστήματα στο Παρίσι, στο Λονδίνο και σ' άλλες ευρωπαϊκές πόλεις. Πολέμησε στους Βαλκανικούς πολέμους, πήρε μέρος στην κίνηση για τη δημοτική γλώσσα κι υπήρξε απ' τους ιδρυτές της Σοσιαλιστικής Δημοτιστικής Ένωσης. Το 1923 τιμήθηκε με το Εθνικόν Αριστείον Γραμμάτων και Τεχνών. Πέθανε στον Πειραιά το 1932... Θα συνεχίσουμε με τον ίδιο Ποιητή και στις επόμενες 2 αναρτήσεις, ως ένα μικρό αφιέρωμα στο έργο του...


Lacrimae Rerum

Άμοιρη! Το σπιτάκι μας εστοίχιωσεν
απ' την ομορφιά σου τη θλιμμένη·
στους τοίχους, στον καθρέφτη, στα εικονίσματα,
απ' την ομορφιά σου κάτι μένει.
Κάτι σα μόσκου μυρωδιά, κι απλώνεται
και το φτωχό σπιτάκι πλημμυρίζει,
κάτι σα φάντασμα, θολό κι ανέγγιχτο,
κι όπου περνά σιγά το κάθε αγγίζει.
Έξω, βαρύ, μονότονο ψιχάλισμα
δέρνει τη στέγη μας· και τότε αντάμα
τα πράματα που αγιάσανε τα χέρια σου
αρχίζουν ένα κλάμα... κι ένα κλάμα...
Κι απ' τη γωνιά ο καλός της Λήθης σύντροφος,
τ' αγαπημένο μας παλιό ρολόι,
τραγουδιστής του χρόνου, κι αυτός κλαίοντας
ρυθμίζει αργά, φριχτά, το μοιρολόι...

Τρίτη 26 Απριλίου 2011

Διάττων Αβρός - Το Μήνυμα












...ώσπου έφτασε το μήνυμα
που εδώ και τόσον καιρό,
με αγωνία, περιμέναμε.
Το ανοίξαμε προσεχτικά,
το κοιτάξαμε επίμονα
- μια λέξη, μόνο, πάνω στο χαρτί -
κι οι αντιδράσεις που ακολούθησαν
ήταν αντίστοιχες.
Λοιπόν, αυτό είναι,
το μήνυμα ήταν το πλέον ξεκάθαρο!

Αποτύχαμε...

Τρίτη 1 Μαρτίου 2011

Τέλλος Άγρας - Της Νύχτας










Στεκάμενα νερόφυλλα
στο νερό τρέμουν, που κυλά.
Στο μικροσταυροδρόμι
δε νύχτωσε ακόμη.

Κι εγώ, που ωσάν γλυκό καρπό,
κρατάω το χέρι που αγαπώ,
σφιχτό κι εμπιστεμένο
- κι εγώ, που το πηγαίνω;

Σιωπή - και πάει ως την καρδιά
της γης η σκέτη η μυρωδιά.
- Εκεί, στο δέντρο πίσω,
πάμε, να σε φιλήσω;

Και τι αν στο πω κι αν δε στο πω,
τέτοιες στιγμές, πως σ' αγαπώ;
Κάλλιο ας χαρούμε, πέρα,
τα σύννεφα του αγέρα...

Λάμψη καμμιά, φωνή καμμιά.
Όλα είναι δρόσο κι ερημιά
κι όλα είναι φρέσκο χώμα.
Να σε φιλήσω ακόμα;

Τρίτη 1 Φεβρουαρίου 2011

Τάσος Λειβαδίτης - Ο Ζογκλέρ Με Τα Πορτοκάλια

Τετάρτη 19 Ιανουαρίου 2011

Γεώργιος Αθάνας - Των Αμέριμνων Χρόνων










Γειτονιά μου παλιά
των αμέριμνων χρόνων,
σ' ονειρεύομαι μόνον
ανθισμένη φιλιά!

Θαλερέ μου κισσέ
που μας έκρυβες τόσο,
πως μπορώ ν' αποδώσω
τι χρωστούμε σ' εσέ;

Κοριτσάκια δειλά
στην ορμή σας την πρώτη,
α, με ποια γενναιότη
δίνατέ μου πολλά!

Τα πολλά - ένα φιλί
που 'κλεινε όλη την πλάση!
Ποιος τ' ακούει, θα γελάσει
στον καιρό μας πολύ.

Μα τον άλλον καιρό
η πορτούλα π' ανοίγει,
το φιλάκι που σμίγει
ήταν δώρο ιερό!

Κελαηδούσε πουλί,
γιασεμί μοσκοβόλα,
τ' άστρα σπίθιζαν όλα
να φιλούν το φιλί!

Επουράνια φωλιά
στης γης είχαμε πλέξει.
Δε χρειαζόταν λέξη:
Τα φιλιά! Τα φιλιά!

Σάββατο 15 Ιανουαρίου 2011

Γεώργιος Αθάνας - Η Μικρή Αγωγιάτισα










Σου καμάρωνα Τασιά,
τη δασιά περπατησιά:
Τα 'στρωνες σα να ήταν ίσια
τ' ανηφόρια τα βουνίσια!

Σαν περνούσαμε γκρεμό
- με χαρά τ' αναθυμώ -
πόσο τρόμαζες για μένα
με τα μάτια τα γραμμένα.

Όταν σ' είδα στην κορφή
μπρος στον ουρανό έτσι ορθή
έφτασε να μου φαντάξεις
σαν πουλί πως θα πετάξεις!

Πίστευα πως μ' οδηγείς
σ' άγνωστη γωνιά της Γης
κι έλεγα: Ποτέ μη φτάσω
φτάνοντας εκεί αν σε χάσω!

Φτάσαμε με τις πολλές:
"Από μένα πιάσου!" λες.
Πιάστηκα, κι αναθυμήσου
πως λυγούσε το κορμί σου...

Ιδροκόπησες, Τασιά,
τόση κι άλλη ανεβασιά,
κι αχ! μου δρόσισες τα χνώτα
με παρθενικό ιδρώτα!

Κυριακή 9 Ιανουαρίου 2011

Μήτσος Παπανικολάου - Κυριακή










Κυριακή μες στο χειμώνα,
Κυριακή χωρίς φωτιά
και τα κρύα χέρια μόνα
πάνω στ’ άγραφα χαρτιά.

Με τα χέρια στα μαλλιά μου
άσκοπα κοιτάζω μπρός μου:
είναι, τάχα, τα χαρτιά μου
η κατάκτηση του κόσμου;

Κυριακή μές στο χειμώνα
με τις νοσταλγίες του θέρου.
Kρύα χέρια, χέρια μόνα
στ’ ωχρό μέτωπο ενός γέρου.

Αχ, οι δρόμοι είν’ όλοι άδειοι
μα τα μάτια μου είν’ εκεί
και τους βλέπουν ένα βράδυ
καλοκαίρι, Κυριακή. . .

Νοσταλγίες που ζούν μάταια
στ’ αυγουστιάτικο όνειρό των,
τότε που ήτανε τα μάτια
ταχυδρόμοι των ερώτων.

Κυριακή μες στο χειμώνα:
το βιβλίο και το γραφείο
κι η καρδιά μέσα στο σώμα
τάφος σε νεκροταφείο.


ΣΧΟΛΙΟ: Το έχω ξαναπεί. Ο Ποιητής αυτός είναι πολύ μεγάλος...

Τρίτη 4 Ιανουαρίου 2011

Μήτσος Παπανικολάου - Παιγνίδι










Ποιος το 'λεγε ποτέ να 'ρθεί
κι η προδοσία;
Είχα κρατήσει μια ξανθή
Σου παρουσία.

Ήτανε τ' όνειρο βαθύ
στη φαντασία
και το σπαθί με το σπαθί
σε συνουσία.

Μα, από τους όρκους, συλλαβή
δεν απομένει.
Όλοι τους ήτανε βουβοί

κι όχι ειπωμένοι.
Αγάπη, αγάπη μου ακριβή
κι ερειπωμένη...


ΣΧΟΛΙΟ: Άρτιο ποίημα και σε νόημα αλλά και σε μορφή!!! Δεν ξέρω ποια είναι η άποψή σας, αλλά εγώ αυτόν τον Ποιητή τον έχω σε πολύ υψηλή θέση στην Ελληνική Ποίηση... Απ' τους λατρεμένους μου, στην κυριολεξία (όντας μεσοπολεμικός)...
 
Free Joomla TemplatesFree Blogger TemplatesFree Website TemplatesFreethemes4all.comFree CSS TemplatesFree Wordpress ThemesFree Wordpress Themes TemplatesFree CSS Templates dreamweaverSEO Design